αναμπαμπούλα

αναμπαμπούλα
αναμπουμπούλα η неразбериха, суматоха; путаница

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "αναμπαμπούλα" в других словарях:

  • αναμπάμπουλα — και αναμπούμπουλα και αλαμπάμπουλα επίρρ. 1. χωρίς τάξη, άτακτα, όπως τύχει 2. απερίσκεπτα 3. αμέριμνα, ατάραχα, ήρεμα 4. αντίξοα, «ανάποδα», άβολα 5. (για ανώμαλες καταστάσεις) φύρδην μίγδην, άνω κάτω 6. θορυβωδώς. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβ. ετυμολ. Το… …   Dictionary of Greek

  • αναμπουμπούλα — και ανεμπουμπούλα και αναμπαμπούλα, η [αναμπάμπουλα] θόρυβος, φασαρία, αναταραχή, αναστάτωση …   Dictionary of Greek

  • arababură — ARABABÚRĂ, arababuri, s.f. v. harababură. Trimis de gall, 13.09.2007. Sursa: DEX 98  arababúră s.f. – Dezordine, încurcătură, scandal. – var. harababură, (h)alababură. tc. anababulla, sau ngr. ἀλλαμπάμπολλα, cu var. ἀναμπαμποῦλα şi ἀναμπουμποῦλα …   Dicționar Român

  • αναμπουμπούλα — αναμπουμπούλα, η και αναμπαμπούλα, η (λ. ιταλ.). αναστάτωση, θόρυβος, αταξία: Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται (παροιμ. φρ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»